Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2015

Το κομμάτι του Μήτσου

Το καλοκαίρι του 2002 ήταν ζόρικο για μένα. Η Νίλντα είχε ήδη φύγει για Φιλιππίνες, μαζί με το παιδί, αναζητώντας μια λύση για την προϊούσα επιδείνωση της όρασής της. Εγώ ετοιμαζόμουν να την επισκεφτώ για να δούμε από κοντά τί θα έπρεπε να κάνουμε. Και κάπου τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου έρχεται το μοιραίο για τη 17 Νοέμβρη: η βόμβα σκάει στα χέρια ενός μέλους της και αρχίζουν οι συλλήψεις και οι ανακρίσεις. Την πρώτη βδομάδα παρακολουθούσα παθητικά από την τηλεόραση τα τεκταινόμενα, έχοντας την αίσθηση ότι δε με αφορούσε αυτή η ιστορία. Αμ δε... κάποιο Σάββατο βράδυ, εκεί που έβλεπα ειδήσεις, ακούω για πρώτη φορά ότι καταζητείται ένας παλιός, σχεδόν ξεχασμένος φίλος, που είχα χάσει τα ίχνη του για δεκαετίες. Παρά λίγο να πεταχτώ όρθιος από την πολυθρόνα. Ξάφνιασμα για το μαντάτο. Και κάποια ανησυχία ότι μέσα στην αναμπουμπούλα μπορεί οι διωκτικές αρχές να ενοχλούσαν παλιούς φίλους και γνώριμους, οπότε θα έπρεπε να αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας.
Αυτή τη φορά όμως η αστυνομία έδειχνε σίγουρη για το πώς να πορευτεί και δεν έπιανε «συνήθεις υπόπτους» στο βρόντο. Όσο για μένα, προς το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου ήμουν ήδη στις Φιλιππίνες και είχα άλλους πονοκεφάλους να διαχειριστώ. Τον Αύγουστο, λίγες μέρες μετά την επιστροφή μου από το ταξίδι, μαθαίνω ότι ο Δημήτρης παραδόθηκε αυτοβούλως στη ΓΑΔΑ. Μήπως είχε και που να πάει έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα;
Τη δίκη της 17 Νοέμβρη την παρακολούθησα από τις εφημερίδες. Και την απολογία του Δημήτρη, Ιούλιο του 2003 πια, τη διάβασα στο αεροπλάνο, καθοδόν πάλι προς Φιλιππίνες. Η απολογία αυτή είχε συγκινήσει το ακροατήριο, εμένα όμως με άφησε με ερωτηματικά. Η χαρακτηριστική του ρήση ότι «οι ενέργειές μας μιλούν από μόνες τους» δε μου ήταν καθόλου πειστική. Στην πραγματικότητα, ουκ ολίγες φορές είχα δυσφορήσει, ή και αγανακτήσει με τις ενέργειες αυτής της οργάνωσης. Ωστόσο για δυο πράγματα είχα πειστεί: α) ότι ο Δημήτρης δεν ήταν πράκτορας της ασφάλειας, ή της ΕΥΠ, ή της CIA, όπως διατυμπάνιζαν διάφοροι συνωμοσιολόγοι, τρομοκρατολόγοι και λοιποί αναλυτάδες της συμφοράς β) ότι η ένοπλη δράση του δεν υπαγορεύτηκε από δολοφονικά ένστικτα ή από το κυνήγι των προνομίων και του χρήματος, αλλά από μια πολιτική αντίληψη που σημάδεψε πολλούς αριστερούς, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, σε εποχές που η επανάσταση φαινόταν εφικτή, και που άφηνε τα απόνερά της σε βάθος δεκαετιών.
Το καλοκαίρι του 2004 επέστρεψαν η Νίλντα και το παιδί από τις Φιλιππίνες. Επιτέλους, θα ζούσαμε σαν οικογένεια. Και μια από τις οικογενειακές τελετές είναι και η κοπή της πίτας την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Εκείνη λοιπόν την πρωτοχρονιά του 2005 είμαστε σπίτι και εγώ, ως αρχηγός της οικογένειας, μοίραζα τα κομμάτια στους παρευρισκόμενους. Κάπου εκεί διαπίστωσα ότι περίσσευε ένα. Για ποιόν να ήταν άραγε; Τότε μου ήρθε η φαεινή ιδέα: «το κομμάτι είναι για ένα φίλο που βρίσκεται στη φυλακή» είπα στην ομήγυρι, χωρίς να δώσω άλλες εξηγήσεις.
Τα επόμενα χρόνια, η σεμνή τελετή γινόταν στο ίδιο μοτίβο. Πάντα φρόντιζα να αφήσω ένα κομμάτι για το Δημήτρη. Ο καιρός κυλούσε, με τις περιπέτειες υγείας, με τις στενοχώριες και με την ελπίδα ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Με το Δημήτρη δεν είχα ποτέ καμμια επαφή, όμως πάντα τον θυμόμουν τις πρωτοχρονιές. Ένα κομμάτι του εαυτού μου είναι κι’αυτός, έστω και αν οι δρόμοι μας είχαν χωρίσει από νωρίς, έστω και αν κατά βάθος ποτέ δεν τον είχα γνωρίσει καλά. Και φτάνουμε στη φετινή πρωτοχρονιά του 2015. Βαρύ το κλίμα, η Νίλντα έχει πεθάνει εδώ και μερικές βδομάδες. Στο σπίτι μόνοι μας, εγώ και η κόρη μου. Να κόψουμε την πίτα.
Να και το κομμάτι του φυλακισμένου.
--Μα πώς επιτέλους τον λένε αυτό το φίλο σου και τί έχει κάνει; Ρωτάει η μικρή.
--«Δημήτρης Κουφοντίνας. Ήταν στη 17 Νοέμβρη», της απαντώ.
--Ώστε αυτός είναι; Κι’εγώ που νόμιζα ότι θα ήταν κάποιος που τον είχαν μέσα για χρέη
--..........
--Αυτός είναι που έγραψε και το βιβλίο, ε; Θα το διαβάσω.
--«Να το διαβάσεις. Αξίζει τον κόπο».

Γιώργος Αιμ. Σκιάνης