Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Ποιος ποντάρει στη Δημοκρατική Αριστερά;

Αναδημοσιεύω ένα κείμενο του Λεωνίδα Καστανά από το blog «μη μαδάς τη μαργαρίτα»
Παρά τις αρκετές ενστάσεις μου επί των προτάσεων του συγγραφέα, το κείμενο συνιστά μια μοναδική κοινωνιολογική απεικόνιση του μέσου ψηφοφόρου ο οποίος δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι θα ψηφίσει ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ.
Πιστεύω ότι η ευκαιρία της Δημοκρατικής Αριστεράς για να εδραιωθεί στο πολιτικό σκηνικό είναι να λάβει υπ' όψιν της αυτές τις κοινωνιολογικές παραμέτρους και να κάνει τις δικές της ρηξικέλευθες προτάσεις. Σε αντίθετη περίπτωση θα έχει την τύχη των υπολοίπων διατόντων αστέρων του ελληνικού πολιτικού στερεώματος (ΠΟΛΑΝ, ΔΗΚΚΙ κ.λ.π.) 

Γιάννης Χρυσοβέργης
Ένα μεγάλο μέρος από το δημοσκοπικό, 10%, της ΔΗΜ.ΑΡ είναι ΠαΣόκ. Δεν προέρχεται απλά από εκεί, αλλά εκεί ανήκει. Πολίτες με μόρφωση ανώτατης εκπαίδευσης, υπάλληλοι δημόσιοι και ιδιωτικοί, μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, νέοι και νέες με σπουδές. Τη δεκαετία του 90 πίστεψαν στον εκσυγχρονισμό και την ευρωπαϊκή προοπτική του Κ. Σημίτη. Ίσως κάποιοι να δοκίμασαν και το δεξιό λαϊκισμό του Κωστάκη. Πριν δυο χρόνια εμπιστεύτηκαν το ΓΑΠ, έπεσαν πάνω στην κρίση, έφαγαν χτυπήματα, φοβούνται το αύριο. Παρακολούθησαν με ενδιαφέρον το κίνημα των αγανακτισμένων, αλλά δε μούτζωσαν, δεν σκέφτηκαν ούτε μια στιγμή να μην πληρώσουν διόδια ή χαράτσια. Είναι κατά των καταλήψεων στα σχολεία, αλλά οι περισσότεροι συμμετέχουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Δεν κατάλαβαν και πολλά από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στα ΑΕΙ, τους τη δίνουν οι ταξιτζήδες, αλλά λυπούνται τους εργαζόμενους στην καθαριότητα. Για την εφεδρεία ούτε λόγος, το άνοιγμα των κλειστών το συζητούν κατά περίπτωση. Θέλουν το Ευρώ, αλλά έχουν πρόβλημα με τα μνημόνια. Για τους μετανάστες έχουν περίπου την άποψη της δεξιάς, δηλαδή να μπει πλέον ένας φραγμός και να φύγουν αυτοί που δεν έχουν χαρτιά και εργασία. Είναι υπέρ της φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου και κατά της φορολόγησης του μικρού.  Για τους διεφθαρμένους κρατικούς υπαλλήλους και πολιτικούς θέλουν δίκες και καταδίκες. Θέλουν μεταρρυθμίσεις, γενικώς, αρκεί να μη θίγουν τους ίδιους, αντίθετα να τους ωφελούν. Η κρίση τους έθιξε όπως και όλη τη μεσαία τάξη. Την έλλειψη της ομπρέλας  τη χρεώνουν στο ΓΑΠ και στην πολιτική του. Είναι θυμωμένοι. Καταλαβαίνουν ότι το κόμμα τους, το ΠαΣόκ, δεν έχει ηγέτη που θα πάρει το παιχνίδι πάνω του και θα τους οδηγήσει. Δεν έχει όμως και όραμα, τώρα που ο δανεισμός τελείωσε. Η αποτυχία του Βενιζέλου τους πανικόβαλε. Τον Παπαδήμο τον εμπιστεύονται με ερωτηματικά, ακόμα τον ανέχονται. Όσο δεν βγάζει λαγούς από το καπέλο, θα τον εγκαταλείπουν.
Αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι η λύση βρίσκεται σε κάτι πιο συλλογικό, συναινετικό, μετριοπαθές, κάτι που παίζουν πολλοί και ως εκ τούτου υπόσχεται περισσότερη ασφάλεια.
Και τότε συνάντησαν το Φώτη Κουβέλη και τη ΔΗΜ.ΑΡ.
Δεν φαντάζονται ότι ένα μικρό κόμμα θα τους κυβερνήσει. Ελπίζουν όμως ότι θα αποτελέσει τον καταλύτη της συνεννόησης. Η αρχικά αμφιλεγόμενη πολιτική, τα στρογγυλέματα, οι δισταγμοί, δεν τους εμπόδισαν να πλησιάσουν. Εξάλλου κάπως έτσι νιώθουν και οι ίδιοι. Καταλαβαίνουν ότι οι λύσεις δεν είναι μονοσήμαντες, ούτε μαγικές. Δεν τους ενδιαφέρει η αντιμαχία μέσα στην Αριστερά, δεν επιζητούν αριστερές λύσεις, τουλάχιστον με την παραδοσιακή ερμηνεία του όρου. Επιζητούν όμως  πολιτικές που θα τους σώσουν από τη χρεωκοπία και θα τους δώσουν προοπτική. Όσο η κρίση θα προχωρά και οι δανειακές συμβάσεις θα εκτελούνται, τόσο θα απαιτούν αντισταθμιστικά μέτρα, μεταρρυθμίσεις, βελτίωση των οικονομικών δεικτών, έναρξη εργασιών, ανάπτυξη που θα τους βάλλει ξανά στο παιχνίδι της κατανάλωσης με την οποία δεν πήραν ποτέ διαζύγιο.
Δηλώνουν σήμερα την προτίμησή τους στη ΔΗΜ.ΑΡ, έχοντας το μάτι στις εξελίξεις στο ΠαΣόκ.
Αναμένουν από τη ΔΗΜ.ΑΡ συγκεκριμένες προτάσεις που θα ξεκολλήσουν τη χώρα από τη θανατερή στασιμότητα, αλλά προσβλέπουν σε μια ευρύτερη συμμαχία που θα τις εκτελέσει. Δεν φαντάζονται ένα στέλεχος της ΔΗΜ.ΑΡ στη θέση του υπουργού οικονομικών, αλλά έναν τεχνοκράτη ή έμπειρο πολιτικό του ΠαΣόκ που θα υλοποιεί όμως και τις ιδέες της έλλογης Αριστεράς. Η ΔΗΜ.ΑΡ είναι γι’ αυτούς ένας μοχλός πίεσης επί του συγκεκριμένου. Αν δουν ότι δεν…, θα ψάξουν για άλλον.
Η ρευστοποίηση του πολιτικού σκηνικού τους φέρνει πάνω στο σύρμα των επίδικων σε μια ισορροπία ασταθή. Η μετατόπισή τους είναι τολμηρή, αλλά όχι μόνιμη. Προσβλέπουν σε οφέλη, αλλά είναι και ανοικτοί σε ιδέες και ρήξεις τις οποίες πάντοτε φοβούνται, αλλά καταλαβαίνουν ότι μάλλον δεν έχουν και πολλές δυνατότητες επιλογής. Εκεί ακριβώς πετούν τη μπάλα στη ΔΗΜ.ΑΡ. Δεν θα την περιμένουν για πολύ, γιατί τους είναι αδύνατο. Η κρίση τρέχει και είναι δική τους.     
Η ΔΗΜΑΡ είναι υποχρεωμένη να πάρει τη μπάλα και να κάνει παιχνίδι. Να ανοίξει σαφή μέτωπα με το πολιτικό σύστημα, αλλά και με τις χρόνιες παθολογίες της κοινωνίας μας. Να κάνει σαφές για ποια ανάπτυξη αγωνίζεται, ποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θέλει, ποια φορολογική πολιτική ταιριάζει, ποιες λύσεις για τις πόλεις και το μεταναστευτικό προκρίνει. Τι θέλει και τι είναι άμεσα εφικτό. Και για να το κάνει αυτό θα πρέπει να ανέβει λίγο πάνω από το πολιτικό κόστος. Ο φόβος ότι, «αν καινοτομήσει κάποιους θα δυσαρεστήσει», είναι θεμιτός, αλλά πίσω του αναδύεται ο άλλος φόβος του «αν δεν μιλήσει αιχμηρά, θα απογοητεύσει και θα χάσει το πλεονέκτημα του φρέσκου».
 Το 10 % περιμένει τη ΔΗΜΑΡ, να ορίσει  το συμμαχικό σχήμα που μπορεί να υλοποιήσει τις ιδέες της. Να αναδεύσει το σοσιαλιστικό χώρο και όχι να τον παρακολουθεί καθώς αυτός καθιζάνει προς την ήττα, μαζί με τη χώρα. Δεν τους αρκεί η προγραμματική συμφωνία. Δεν είναι και χθεσινοί. Ξέρουν ότι τα προγράμματα φτιάχνονται για να μην υλοποιούνται. Ξέρουν ότι η δανειακή συμφωνία και το PSI δεν είναι υπόθεση ελληνική, αλλά ευρωπαϊκή. Πέρα από αυτή, το σημερινό μοντέλο της κοινωνίας μας έχει κάψει φλάντζα και χρειάζεται αντικατάσταση, όχι αναδιάρθρωση. Φοβούνται ότι οι οδυνηρές αλλαγές περιλαμβάνουν και τους ίδιους, αλλά σιγά - σιγά πείθονται ότι η προηγούμενη ζωή τους έχει χαθεί για πάντα. Τουλάχιστον τα παιδιά τους να μην καταστραφούν.
Η ΔΗΜ.ΑΡ πρέπει να δείξει ότι έχει ένα ολοκληρωμένο πακέτο για τη μεθεπόμενη μέρα. Τα ισοδύναμα πρέπει να οριστούν με μαθηματική ακρίβεια. Αν όχι τα ίδια, ο γεωμετρικός τόπος μέσα στον οποίο θα αναζητηθούν. Η επανεκκίνηση του πρωτογενή τομέα οικονομίας, μήπως προϋποθέτει μείωση του δημόσιου, καταργήσεις άχρηστων φορέων, απολύσεις πλεονάζοντος προσωπικού που διορίστηκε πρόσφατα με αδιαφανείς και αναξιοκρατικές μεθόδους; Μήπως πρέπει 1.000.000 άνθρωποι να μεταναστεύσουν προς την επαρχία και να αλλάξουν επάγγελμα; Υπάρχουν συγκεκριμένα project που ανοίγουν θέσεις εργασίας και υπόσχονται ανάπτυξη; Είναι πολυεθνικές μονάδες παραγωγής βιοαιθανόλης, είναι αγροτικά κιμπούτς, είναι τουριστικές επενδύσεις με φορολογικές διευκολύνσεις προς όφελος του δημοσίου και όχι προς όφελος διεφθαρμένων κρατικών υπαλλήλων; Ή μήπως είναι δραστικές αποκρατικοποιήσεις ΔΕΚΟ;
Καταλαβαίνω ότι η «Ελλάδα δεν αντέχει» καταλαβαίνω και την «ανάγκη» να είμαστε μέσα στο αντιμνημονιακό μπλοκ (εγώ δεν είμαι), αλλά ακούω από υπεύθυνα χείλη ότι χωρίς τραπεζική ρευστότητα και σταθερότητα δεν υπάρχει ανάπτυξη. Μήπως όμως κάποιοι αντέχουν και πρέπει να δώσουν μια χείρα βοηθείας στους αδύναμους; Τα 20 δις από τα φέσια του δημοσίου, των ΟΤΑ και των νοσοκομείων που λείπουν από την αγορά αναμένεται να αντικατασταθούν, μέχρι το Μάρτη, από τη νέα δανειακή σύμβαση της «επάρατης» τρόικας, να επενδυθούν, να μοχλευτούν και να αυγατήσουν. Μήπως πρέπει να πούμε ναι και μετά να παλέψουμε για να πάνε στην αγορά και στην ανάπτυξη και όχι στις τσέπες επιτήδειων και στην Ελβετία;  Μήπως η εποπτεία και η επιτροπεία, σε αυτό το κράτος και με αυτό το διαχειριστικό σύστημα είναι αναγκαίες;
Στη σημερινή φάση, οι τίμιοι, οι καθαροί, οι μετριοπαθείς  πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο. Πολύ πιθανό γι’ αυτό και να κληθούν να κυβερνήσουν. Αλλά δεν αρκούν αυτά για να σωθεί η χώρα. Θα πρέπει να έχουν και άλλη αντίληψη για το πλαίσιο της πολιτικής συζήτησης, πνεύμα σύγκρουσης με την παθολογία του λαού, ένστικτο επαναστατικής επιβίωσης σε συνθήκες κοινωνικού πολέμου και διάθεση δημιουργικού ρίσκου. Πάνω απ’ όλα, να έχουν λίγες, αιχμηρές και δουλεμένες σε βάθος προτάσεις για το εδώ και τώρα.
Αν η Δημοκρατική Αριστερά έχει διάθεση να κολυμπήσει στα βαθιά και δεν της αρκεί η εκλογική επιβίωση, μήπως θα πρέπει να ανοίξει ένα πολιτικό διάλογο στο εσωτερικό της πριν πάρει τις αποφάσεις της; Να ακούσει με ενδιαφέρον, όλες τις δικές της και μη, υπεύθυνες και επαΐουσες φωνές, χωρίς αποκλεισμούς και ετικέτες; Μήπως η Πρωτοβουλία των 18 «Για την Ελλάδα τώρα» θα μπορούσε να γίνει το think tank της;
Στην επιτυχία της Δημοκρατικής Αριστεράς δεν ποντάρει απλά μια πολιτική ομάδα, αλλά ολόκληρη η κουλτούρα του Αριστερού Μεταρρυθμισμού. Ίσως, ενδόμυχα, και ένας ολόκληρος λαός. Το βλέποντας και κάνοντας δεν της ταιριάζει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: