Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011

ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ Νο1: «Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελά πατέρα;»*


Πριν από εβδομήντα πέντε χρόνια, με αφορμή μια διαδήλωση των καπνεργατών που κατεστάλη βίαια από τη χωροφυλακή (ένας νεκρός, πολλές δεκάδες τραυματιών από σφαίρες) ο Πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς διέλυσε τη Βουλή - ήταν ήδη πρωθυπουργός με την ψήφο 241 βουλευτών του Λαϊκού και του Βενιζελικού Κόμματος, ενώ εναντίον είχαν ψηφίσει μόνο οι 13 βουλευτές του ΚΚΕ και τρεις Φιλελεύθεροι βουλευτές μεταξύ των οποίων ο Γεώργιος Παπανδρέου - κι επέβαλε, με τη σύμφωνη γνώμη των ανακτόρων, φασιστική δικτατορία. Από μια τυχαία (;) σύμπτωση, τρεις μόλις ημέρες από την αποφράδα αυτή επέτειο, ο Υπουργός Καταστολής Πολιτών Χρήστος Παπουτσής κι ο επί Θεμάτων Παραβίασης Ατομικών Δικαιωμάτων υπουργός Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, προανήγγειλαν στη Βουλή, ο μεν πρώτος μέτρα περιστολής των διαδηλώσεων, ο δε δεύτερος μέτρα περιορισμού της ελευθερίας διακίνησης ιδεών στο διαδίκτυο (βλ. σχετική αρθρογραφία σε ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, skai.gr, κ.λ.π.
Τότε, εν μέσω παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, οφειλόμενης αφ' ενός στο δεκαετή πόλεμο (1912-1922) και την προσπάθεια απορρόφησης 1,5 εκατομμυρίων προσφύγων, αφ' ετέρου στη διεθνή οικονομική κρίση του 1929, εν μέσω συνεχούς εξαθλίωσης του πληθυσμού κι εν μέσω κοινωνικής αναταραχής της οποίας επωφελούνταν το ΚΚΕ, το σύνολο των αστικών πολιτικών δυνάμεων είχαν αποδεχθεί ευχαρίστως τη διάλυση του Κοινοβουλίου και την επιβολή δικτατορίας. Τα λίγα στελέχη του Φιλελεύθερου Κόμματος που είχαν την παρρησία να ορθώσουν το ανάστημά τους στον ολοκληρωτισμό (π.χ. Αλέξανδρος Σβώλος) έμελλε να υποστούν τις ίδιες περιποιήσεις που επεφύλλασσε η Ασφάλεια του Μανιαδάκη στους Κομμουνιστές (ρετσινόλαδο, φυλακές, εξορίες).
Σήμερα, που το  ευρωπαϊκό πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο μεθοδεύει την εξαθλίωση του συνόλου των ευρωπαϊκών λαών, αρχής γενομένης - για συμπτωματικούς λόγους - από τον  ελληνικό,  στο σύνολο της Ευρώπης, με το πρόσχημα της καταστολής της «τρομοκρατίας» ή των «οργανωμένων βανδαλισμών», πολιτικές ελευθερίες κατοχυρωμένες από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πόλέμου, παραβιάζονται χωρίς κανείς να ενοχλείται. Οι πρόσφατες εκδηλώσεις προθέσεων των κ. Παπουτσή και Παπαϊωάννου είναι ενδεικτικές.
Ο πρώτος προανήγγειλε «ρυθμίσεις του δικαιώματος του συνέρχεσθαι» στο όνομα της προστασίας του εμπορίου. 
Είναι ανώφελο να παρατηρήσει κανείς ότι το εμπόριο πλήττεται πολλαπλάσια από την αύξηση του ΦΠΑ, από τους κατ' αποκοπή φόρους στους επαγγελματίες, μόνο και μόνο γιατί το Κράτος ΔΕΝ ΕΠΙΘΥΜΕΙ να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή, από τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών.
Είναι επίσης ανώφελο να παρατηρήσει κανείς ότι, εδώ και είκοσι χρόνια, ώρες πριν εμφανιστούν οι όποιοι διαδηλωτές, η Αστυνομία αποκλείει το κέντρο της πρωτεύουσας - ή της, κατά περίπτωση, πόλης στην οποία γίνεται η διαδήλωση - χωρίς καμιά πρόνοια κυκλοφορίακών ρυθμίσεων, προκαλώντας απίστευτα εμφράγματα στην κυκλοφορία και στην οικονομική ζωή.
Αν πραγματικά οι προθέσεις του κατ' ευφημισμόν Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ήταν αυτές που διακήρυξε στη Βουλή, τίποτα από τα παραπάνω δε θα είχε συμβεί. Και τότε θα είχε τεθεί πράγματι το υπαρκτό ζήτημα του σεβασμού των όποιων διαδηλωτών προς την υπόλοιπη κοινωνία. Όμως ο μοναδικός λόγος που ωθεί την κυβέρνηση σε περιορισμούς του δικαιώματος του συνέρχεσθαι είναι ο φόβος της κοινωνικής αναταραχής. Γι αυτό, μοιραία, τα όποια μέτρα του κ. Παπουτσή, θα συνοδευτούν κι από νέα ιδιώνυμα αδικήματα. 
Ο δεύτερος προανήγγειλε την επιβολή λογοκρισίας στο διαδίκτυο, με το επιχείρημα ότι «δεν είναι δυνατό το διαδίκτυο να είναι η βιτρίνα των κουκουλοφόρων». 
Κατά μια «διαβολική σύμπτωση» την άποψη του Μιλτιάδη Παπαϊωάννου συμμερίζονται πλήθος αυταρχικών καθεστώτων  στις αραβικές χώρες, στο Ιράν, στην Κίνα, για να μη μιλήσουμε για την Κούβα και τη Βόρειο Κορέα.
Κατά μια εξ ίσου «διαβολική σύμπτωση», η πρώτη φορά που άνοιξε τέτοια συζήτηση στην Ελλάδα ήταν το 2008, μεσούσης της εξέγερσης της νεολαίας, από την τότε ακυβερνησία της Νέας Δημοκρατίας, με τη διαμεσολάβηση του ΔΟΛ.
Το πρόβλημα κάθε αποστερημένης από τη λαϊκή νομιμότητα εξουσίας - και η ελληνική κυβέρνηση παρουσιάζει το σπάνιο χαρακτηριστικό να έχει αποστερηθεί τη νομιμοποίηση της λαϊκής ετυμηγορίας λόγω του ότι εξαπάτησε με πρωτοφανή χυδαιότητα τον ελληνικό λαό (λεφτά υπάρχουν) - είναι ότι, σε αντίθεση με τον τύπο, τη ραδιοφωνία και την τηλεόραση, το διαδίκτυο, με όλα τα προβλήματα ποιότητας που έχει η ενημέρωσή του - δεν χειραγωγείται.
Όπως εβδομήντα πέντε χρόνια πριν, η εξώφθαλμη κοινωνική αδικία, βγάζει στους δρόμους κάθε μέρα περισσότερους ανθρώπους. Κάθε μέρα πιο οργισμένους, κάθε μέρα πιο αποφασισμένους, ακόμα κι αν δεν ξέρουν τι είναι ακριβώς αυτό που θέλουν.
Όπως εβδομήντα πέντε χρόνια πριν, η εξώφθαλμη κοινωνική αδικία νομιμοποιεί κάθε λογής ακραίες πολιτικές και κοινωνικές αντιλήψεις**.
Όπως εβδομήντα πέντε χρόνια πριν, το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο αρχίζει να νιώθει το έδαφος να τρίζει και προσφέύγει σε κάθε μέσο ιδεολογικής συκοφάντησης.***
Όπως εβδομήντα πέντε χρόνια πριν, όταν όλα τα ιδεολογικά εργαλεία θα έχουν αποτύχει, θα ακολουθήσουν νέα ιδιώνυμα αδικήματα.
Όπως εβδομήντα πέντε χρόνια πριν,  η αποτυχία και αυτών των μέτρων, θα οδηγήσει στην πλήρη, και χωρίς προσχήματα, κατάργηση του συνόλου των ατομικών ελευθεριών.

Γιάννης Χρυσοβέργης

Υ.Γ.
* Στιχουργός του Ύμνου της 4ης Αυγούστου είναι ο μέτριος προς κακός ποιητής Τίμος Μωραϊτίνης. Ο οποίος όμως, επειδή δε στερούνταν παιδείας, είχε τουλάχιστον την ευθυκρισία και την ευρηματικότητα να επιτρέψει - με την ιδιότητα  του Προέδρου της μετάξικής επιτροπής λογοκρισίας - την έκδοση των μεταφράσεων έργων Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων στη νέα ελληνική από τις εκδόσεις ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ.  Κι επειδή οι μεταφραστές ήταν όλοι εξόριστοι κομμουνιστές (Δημήτρης Γλυνός, Ηλίας Ηλιού κ.λ.π.), επέτρεψε να εκδοθούν οι μεταφράσεις τους, υπό τον όρο ότι θα υπογράφουν με ψευδώνυμα.
** Η άνομη οργή των ταξιτζήδων είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αντικοινωνικής συμπεριφοράς που αντλεί νομιμότητα αποκλειστικά και μόνο από τη γενικευμένη αδικία των τελευταίων δεκαπέντε μηνών.
*** «Και τους τρέμουνε των κάμπων οι κιοτήδες,
        και μ' όνοματα τους κράζουν πονηρά» Κ. Βάρναλης

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: